Τοπικές ΑΜ-Θ

Published on January 17th, 2018 | by fileto

0

Διπλή γλώσσα στην διέλευση του αγωγού από μελέτη ΤΕΕ

Δεν έχουν βάση οι φόβοι που εκφράζουν ορισμένοι τοπικοί φορείς στην περιοχή της Καβάλας, οι οποίοι αντιδρούν στην όδευση του TAP στα Τενάγη Φιλίππων. Αυτό αποφαίνεται το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος σε σχετική μελέτη – γνωμοδότησή του.

Η μελέτη υπό τον τίτλο «Γνωμοδότηση σχετικά με τεχνικά ζητήματα με την κατασκευή του αγωγού ΤΑΡ στις Κρηνίδες και την ευρύτερη περιοχή της Καβάλας» εκπονήθηκε από τους Κ. Ξιφαρά, Β. Παπαδόπουλο, Ν.Π. Βεντίκο, Α. Μπασδέκη, Β. Ζωτιάδη, και Κ. Λούζη, σε συνέχεια του Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ του ΤΑΡ και του ΤΕΕ που συνάφθηκε τον Ιούνιο του 2017, οπότε και συμφωνήθηκε η σύσταση Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ (Νοέμβριος 2017) για την γνωμοδότηση σχετικά με τεχνικά ζητήματα με την κατασκευή του αγωγού ΤΑΡ.

Η Ομάδα Εργασίας μελέτησε σε αυτή τη φάση του έργου τα τεχνικά ζητήματα που έχουν ανακύψει στις Κρηνίδες και στην ευρύτερη περιοχή της Καβάλας.

Τα βασικά συμπεράσματα

Μεταξύ άλλων, η Ομάδα αποφαίνεται πως η κρούση του αγωγού από γεωργικά μηχανήματα κατά την κατεργασία του εδάφους είναι απίθανο να συμβεί. Το ρίσκο της διάτρησης του αγωγού εξαιτίας της χρήσης γεωργικών μηχανημάτων κατά την κατεργασία του εδάφους, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι αμελητέο.

Παράλληλα, όπως αναφέρεται, η υψηλή περατότητα και αποθηκευτική ικανότητα στα επιφανειακά στρώματα της τύρφης ελαχιστοποιεί τη διακύμανση της στάθμης των υπόγειων νερών και βοηθάει τους τυρφώνες να διατηρούν συνθήκες κορεσμού εμποδίζοντας φαινόμενα αυτανάφλεξης και καύσης. Εξαιτίας της απουσίας στρωμάτων τύρφης ή οργανικών εδαφών, από το ΤΕΕ εκτιμάται ότι δεν υπάρχει πιθανός κίνδυνος αυτανάφλεξης.

Ακόμη, δεν εκτιμάται, τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα, οποιαδήποτε επίδραση του αγωγού στα υδραυλικά χαρακτηριστικά του υπόγειου νερού στην περιοχή.

Τέλος, όπως συμπεραίνει η Ομάδα Εργασίας, ο αγωγός ΤΑΡ δεν αναμένεται να έχει αρνητική επίδραση στην απόδοση των τοπικών καλλιεργειών. Σχετικά με το ζήτημα που είχε αναδειχθεί από τους τοπικούς φορείς, ότι ο αγωγός θα παγώσει το έδαφος γύρω από αυτόν, από τη μελέτη προκύπτει ότι αυτό δεν θα ισχύσει, καταλήγει η μελέτη.

Ο στόχος της έκθεσης είναι να παρουσιάσει την επιστημονική άποψη της Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ στα κύρια ζητήματα που έχουν αναδειχθεί από τοπικούς φορείς σχετικά με την κατασκευή του αγωγού ΤΑΡ στην περιοχή Τενάγη Φιλίππων, τα οποία αφορούν:

  • πιθανές επιπτώσεις από την κατασκευή και λειτουργία του ΤΑΡ στον υδροφόρο ορίζοντα και στην αποδοτικότητα των καλλιεργειών της περιοχής,
  • παράγοντες που μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στην ασφάλεια του αγωγού και συγκεκριμένα τον κίνδυνο πυρκαγιάς εξαιτίας του φαινομένου της αυτανάφλεξης της τύρφης και της πρακτικής της καύσης γεωργικών υπολειμμάτων, τον κίνδυνο διάτρησης του αγωγού εξαιτίας της χρήσης γεωργικών μηχανημάτων για την κατεργασία του εδάφους, καθώς και τον κίνδυνο αστοχίας του αγωγού εξαιτίας του φαινομένου της συνίζησης που παρατηρείται στην περιοχή.

Συμπερασματικά, η Ομάδα Εργασίας του ΤΕΕ, αξιολογώντας επιστημονικά τα διαθέσιμα δεδομένα καθώς και τα όσα σχετικά αναφέρονται στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, αξιολόγησε τα ζητήματα που είχαν αναδειχθεί από τους τοπικούς φορείς, και αποφαίνεται ότι οι σχετικοί κίνδυνοι δεν είναι βάσιμοι για την εγκεκριμένη χάραξη, η οποία επισημαίνεται ότι δεν διέρχεται μέσα από τον τυρφώνα στην περιοχή Τενάγη.

Τι λένε για την ανάφλεξη της Τύρφης

Οι τυρφώνες, οι οποίοι σχηματίζονται από τη φυσική απόθεση μερικής αποσύνθεσης υδρόφυλλων φυτών σε ελώδη – βαλτώδη περιβάλλοντα, αποτελούν ευπρόσβλητα οικοσυστήματα από φυσικές πυρκαγιές, τόσο σε συχνότητα, όσο και σε έκταση του φαινομένου. Οι «πυρκαγιές» σε τυρφώνες αποτελούν τις μεγαλύτερης έκτασης και χρονικής διάρκειας δασικές πυρκαγιές στη γη. Αυτές οι μεγάλες πυρκαγιές (megafires) συμβάλλουν σημαντικά στις ετήσιες εκπομπές του φαινομένου θερμοκηπίου, σε ποσοστό, που προσεγγίζει το 15% των ανθρωπογενών αέριων εκπομπών με παράλληλη καταστροφή των οικοσυστημάτων. Πρακτικά οι τυρφώνες αναφλέγονται υπό τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών ανάφλεξης και καύσης. Οι πυρκαγιές σε τυρφώνες είναι τύπου smouldering («καύση με πυράκτωση»), μία μορφή καύσης χωρίς την παρουσία φλόγας. Οι συγκεκριμένες πυρκαγιές εφόσον αναπτυχθούν συνεχίζουν να καίνε ακόμα και σε χαμηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος, υψηλό περιεχόμενο υγρασίας της καύσιμης ύλης και χαμηλή συγκέντρωση οξυγόνου. Μπορούν να καίνε για μεγάλο χρονικό διάστημα (εβδομάδες, μήνες) ακόμα και σε συνθήκες έντονης βροχόπτωσης, καιρικών αλλαγών ή προσπαθειών πυρόσβεσης. Σε αντίθεση με τις υψηλής ταχύτητας πυρκαγιές με ανάπτυξης φλόγας, που κινούνται με ταχύτητες μεγαλύτερες των 10 km/h, η ταχύτητα εξάπλωση της πυρκαγιάς τύπου smouldering μπορεί να είναι αργή με ταχύτητες έως 0.5 m / εβδομάδα.

Το πιο ολοκληρωμένο και ποσοτικοποιημένο κινητικό μοντέλο ανάφλεξης / καύσης της τύρφης περιγράφεται από τη διεθνή βιβλιογραφία από ένα σχήμα 5-βημάτων: (1) Ξήρανση τύρφης (dr), (2) Πυρόλυση τύρφης (pp), (3) Οξείδωση τύρφης (po), (4) Οξείδωση β-Char (β-co), και (5) Οξείδωση αChar (α-co).

(1) Peat. νwH2O  Peat + vwH2O (g)  (2) Peat  vα,ppα – Char + νg,ppGas, (Πυρόλυση Τύρφης) (3) Peat + νO2,poO2  νβ,poβ-Char + νg,poGas, (Οξείδωση Τύρφης) (4) β-Char + νO2,βoO2  να,βοAsh + νg,βoGas, (Οξείδωση β-Char) (5) a-Char + νO2,αoO2  vα,αoAsh + νg,aoGas, (Οξείδωση α-Char)

Οι περισσότερες πυρκαγιές σε στρώματα τύρφης ξεκινούν από την επιφάνεια του στρώματος και η φωτιά εξαπλώνεται τόσο οριζόντια, όσο και σε βάθος με επικράτηση καύσης τύπου smouldering. Οι εξώθερμες διεργασίες μικροβιολογικής αποδόμησης δημιουργούν θερμοκρασίες της τάξης των 50 – 70oC, που δημιουργούν πυρήνες ενανθράκωσης, που αυξάνουν περισσότερο τη θερμοκρασία (170 – 220oC) τοπικά και δημιουργούν πυρήνες καύσης. Η οριζόντια εξάπλωση της καύσης ενισχύεται από την απευθείας παροχή οξυγόνου από τον ατμοσφαιρικό αέρα με συνέπεια να παρουσιάζει μεγαλύτερη ταχύτητα οριζόντιας εξάπλωσης σε σχέση με την εξάπλωση σε βάθος. Αυτό δημιουργεί μια ασυμμετρία δημιουργώντας ένα γενικό σχήμα τύπου ελλειψοειδούς της πυρκαγιάς. Γενικά, η τύρφη προστατεύεται από τη διείσδυση της καύσης λόγω των ιδιαίτερων υδρολογικών συνθηκών στους τυρφώνες. Η υψηλή περατότητα και αποθηκευτική ικανότητα στα επιφανειακά στρώματα της τύρφης ελαχιστοποιεί τη διακύμανση της στάθμης των υπόγειων νερών και βοηθάει τους τυρφώνες να διατηρούν συνθήκες κορεσμού εμποδίζοντας φαινόμενα αυτανάφλεξης και καύσης. Ωστόσο, όταν από φυσικούς ή ανθρωπογενείς παράγοντες διαταραχθούν τα υδραυλικά/υδρολογικά χαρακτηριστικά ενός τυρφώνα τότε οι τυρφώνες γίνονται ευάλωτοι σε συχνότερες και μεγαλύτερης έκτασης πυρκαγιές.

Σε σχέση με την εκτίμηση ενδεχόμενου κινδύνου αυτανάφλεξης στρωμάτων τύρφης κατά μήκος της εγκεκριμένης χάραξης του αγωγού στην περιοχή μελέτης, διαπιστώνεται από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων γεωτεχνικής έρευνας και των αντίστοιχων εργαστηριακών δεδομένων, διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχουν στρώματα τύρφης ή οργανικών εδαφών στην εγκεκριμένη όδευση του αγωγού στην περιοχή, τουλάχιστον μέχρι το βάθος των 5m περίπου. Τα παραπάνω στοιχεία είναι σύμφωνα με τα δεδομένα χαρτογράφησης του τυρφώνα και της μεταβατικής του ζώνης. Εξαιτίας της απουσίας στρωμάτων τύρφης ή οργανικών εδαφών, εκτιμάται ότι δεν υπάρχει πιθανός κίνδυνος αυτανάφλεξης. Αυτά τα ευρήματα επιβεβαιώθηκαν (δεδομένα και φωτογραφίες) και κατά τη διάνοιξη της τάφρου στο ήδη κατασκευασμένο τμήμα του αγωγού έως τη Χ.Θ. 205, στο δυτικό τμήμα της περιοχής Τενάγη. Επίσης, σημειώνεται ότι ακόμα και σε ενδεχόμενο ανάφλεξης τύρφης σε γειτονικές περιοχές, ο αγωγός είναι προστατευμένος λόγω του στρώματος επίχωσής του από γαιώδη υλικά, που λειτουργούν ως φραγμός στην εξάπλωσή της.

 

Η ΜΕΛΕΤΗ

Διαβάστε τη μελέτη

τεε


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑