Άποψη - Γνώμη

Published on February 16th, 2020 | by fileto

0

Τα «κόκκινα δάνεια» αφήνουν πληγές

Ο εμμονικός εναγκαλισμός των τραπεζών με τα «κόκκινα δάνεια» τα οποία θέλουν να τα εισπράξουν μέχρι δεκάρας, αλλά και να βγάλουν από την μύγα ξύγκι, πραγματικά γεννά πολλά ερωτηματικά.

Οι τράπεζες που αφειδώς έδιναν σε φίλους και γνωστούς βαριά δάνεια για σπίτια χωρίς να ελέγχουν απόλυτα τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους, επίσης είναι ένα κομμάτι που θα έπρεπε κάποτε να απασχολήσει μια εξεταστική επιτροπή και την Δικαιοσύνη…

Σήμερα είναι να απορεί κανείς τι είναι εκείνο που έκανε τις τράπεζες να μην προχωρούν σε λογικά κουρέματα και ευνοϊκές προτάσεις ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ από την άλλη όπως λένε στην αγορά, αναμένεται ότι θα σπάσουν με τις τιτλοποιήσεις και τις μαζικές μεταβιβάσεις δανειακών χαρτοφυλακίων σε εξειδικευμένες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων.

Οι εταιρείες αυτές όπως φαίνεται δεν έχουν εμμονές αλλά και περίεργες αγκυλώσεις. Πρωταρχικός στόχος τους είναι η άμεση εξασφάλιση αποδόσεων από τα δάνεια που θα αγοράσουν. Θα αναζητήσουν λοιπόν συμβιβαστικές λύσεις με τους δανειολήπτες, ώστε να πάρουν πίσω τα χρήματα τους συν  μια ικανοποιητική απόδοση, προκειμένου να αποφύγουν τις μακρές δικαστικές διαδικασίες ρευστοποίησης εξασφαλίσεων.

Το νέο τοπίο που θα δημιουργηθεί, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής», μέσω του οποίου θα τιτλοποιηθούν μέσα στο 2020 δάνεια περίπου 33 δισ. ευρώ από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, φαίνεται ότι θα οδηγήσει στο «σπάσιμο» μιας χρόνιας «αγκύλωσης» του ελληνικού τραπεζικού συστήματος: Οι τράπεζες ήταν κανόνα εξαιρετικά άτολμες στις προτάσεις ρυθμίσεων που έκαναν στους δανειολήπτες, αποφεύγοντας συστηματικά το «κούρεμα», ακόμη και όταν ήταν εμφανές ότι δεν θα μπορούσε να βρεθεί άλλη βιώσιμη λύση.

Αυτό συνέβαινε, όπως εξήγησε και ο υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός, μιλώντας στη Βουλή, είτε επειδή μια τολμηρή ρύθμιση θα αποκρυστάλλωνε μια πιστωτική ζημιά και θα προκαλούσε επιβάρυνση στα κεφάλαια, ή και επειδή τα τραπεζικά στελέχη φοβούνταν ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ακόμη και ποινικές κατηγορίες, εάν πρόσφεραν ευνοϊκές λύσεις στους δανειολήπτες.

Με τη μεταβίβαση των δανείων σε εξειδικευμένα στη διαχείριση απαιτήσεων funds, όμως, θα υπάρξει μια μεγάλη αλλαγή.

Ποια θα είναι αυτή; Σύμφωνα με τον υφυπουργό, η όποια ζημιά των τραπεζών θα οριστικοποιηθεί στους ισολογισμούς τους, καθώς τα δάνεια θα μεταφερθούν σε οχήματα ειδικού σκοπού με πολύ χαμηλότερη αξία από την ονομαστική στα τραπεζικά βιβλία. Για παράδειγμα, στεγαστικά δάνεια θα μεταβιβασθούν στο 30 – 40% της ονομαστικής τους αξίας, ενώ για άλλες κατηγορίες δανείων, όπως τα καταναλωτικά και τα μικρά επιχειρηματικά, η μείωση θα είναι ακόμη μεγαλύτερη.

Από αυτό το σημείο, οι εξειδικευμένες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων θα πάρουν τη σκυτάλη της διαχείρισης των δανείων, εφαρμόζοντας το δικό τους επιχειρηματικό μοντέλο, στη βάση των χαμηλών τιμών κτήσης των δανείων. Δηλαδή, για το κεφάλαιο που θα δεσμεύουν για την αγορά ενός δανείου π.χ. στο 30% της ονομαστικής αξίας, θα επιδιώκουν να εξασφαλίζουν μια απόδοση άνω του 50%.

Έτσι, θα είναι ικανοποιημένες αν στην κατάληξη μιας ρύθμισης τέτοιου δανείου εισπράττουν τουλάχιστον το 45% της ονομαστικής του αξίας.

Αυτό σημαίνει ότι αφήνονται μεγάλα περιθώρια για μια ευνοϊκή ρύθμιση στα μέτρα του δανειολήπτη, η οποία ενδεχομένως να περιλαμβάνει και «κούρεμα» του δανείου.

Αυτό δεν σημαίνει, όπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη, ότι οι εταιρείες αυτές θα αρχίσουν να προτείνουν στους δανειολήπτες μαζικά ευνοϊκές λύσεις, που θα κατεβάζουν το ποσό που θα πληρώνουν οι δανειολήπτες στο όριο αντοχής των εταιρειών.

Αντίθετα, θα αξιοποιήσουν τεχνογνωσία που διαθέτουν για να προσδιορίζουν με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια την οικονομική δυνατότητα κάθε δανειολήπτη, ώστε να μεγιστοποιούν το ποσό που θα πληρώνει, χωρίς όμως να τίθεται σε κίνδυνο η βιωσιμότητα της ρύθμισης.

Σε κάθε περίπτωση, επιθετικές τακτικές που θα οδηγούν σε μαζικούς πλειστηριασμούς αποκλείεται να εφαρμόσουν τα funds, ιδιαίτερα σε μια χώρα με τις ιδιαιτερότητες της Ελλάδας, όπου η μέση χρονική διάρκεια δικαστικών διαδικασιών ξεπερνά τα πέντε χρόνια.

Θα ήταν οικονομικά καταστροφικό για τις εταιρείες να δεσμεύουν κεφάλαια στην Ελλάδα χωρίς απόδοση ή και με αρνητική απόδοση, περιμένοντας για χρόνια να τελειώσουν οι δικαστικές διαδικασίες.

Η λύση της ρευστοποίησης εξασφαλίσεων θα εφαρμοσθεί επιλεκτικά σε προφανείς περιπτώσεις στρατηγικών κακοπληρωτών, ώστε να δοθεί από τις εταιρείες και ένα «παιδαγωγικό» μήνυμα προς τους υπόλοιπους δανειολήτπες.

Πέρα από αυτό το ίδιο παιδαγωγικό μήνυμα θα έπρεπε να σταλεί και να γίνει μάθημα και στις τράπεζες οι οποίες βασικά ευθύνονται για την σημερινή κατάσταση.

Μέσα από τις παρατηρήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, στις γραμμές της τελευταίας Ενδιάμεσης Έκθεσής της Τράπεζας της Ελλάδος αναδύονται αυστηρές κριτικές επισημάνσεις προς τις τραπεζικές διοικήσεις για το γεγονός ότι, δέκα ολόκληρα χρόνια μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης που «κοκκίνησε» τα τραπεζικά χαρτοφυλάκια οι τράπεζες επιμένουν σε μια ατελέσφορη μεθοδολογία ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, που παραπέμπει στη διεθνώς γνωστή πρακτική του “extend and pretend” («δώσε παράταση και κάνε ότι όλα πάνε καλά»).

Σχολιάζοντας την ποιότητα των ρυθμίσεων που προσφέρουν οι τράπεζες, η ΤτΕ ασκεί αρκετά αυστηρή κριτική.

Με άλλα λόγια, τέσσερα στα δέκα δάνεια που μπαίνουν σε μακροχρόνια ρύθμιση γίνονται πάλι «κόκκινα» σε ένα χρόνο, ενώ οκτώ στα δέκα δάνεια βραχυχρόνιας μίσθωσης αθετούνται εκ νέου μέσα σε ένα χρόνο.

Μα είναι ηλίου φαεινότερον. Λεφτά δεν υπάρχουν!


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑