Βαλκάνια

Published on February 26th, 2014 | by fileto

0

Η Οδύσσεια των Βλάχων περνάει από τη Χρυσούπολη Καβάλας

Ο  σελιώτης συγγραφέας Αστέριος Ν. Τζίμας στο βιβλίο του με τίτλο ‘Η Οδύσσεια των Βλάχων του Σελίου 1820-1832’, Βέροια 2007, έκδοση Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ημαθίας, κάνει μια σπουδαία ανάλυση αυτής της εξόδου και γίνεται πιστευτός γιατί μας παρέχει πάρα πολλές πληροφορίες, παρμένες από παλιούς γέροντες, όταν ήταν  ακόμα νεότερος από τη δεκαετία του 1950 (συμπεριλαμβανομένου και χειρόγραφου του Γιώργη Μπαντραλέξη, που είχε στα χέρια της η δισέγγονή του). Εκτός από τους προαναφεθέντες αρχιτσέλιγκες  (πληροφορίες Ναούμ), που ξεκίνησαν από τα βουνά της Πίνδου το 1820, ο Α. Τζίμας προσθέτει επίσης  και άλλους τσέλιγκες και κιρατζήδες [Καραβίδας Δημήτριος-Μητρούτσιας, Κόλας (Μάρη) Σούμπρος, Δημήτρης (Μητρούλιας) Τζίμας-Τζιμτζίρης, Νταντάμης, Πιτούλιας, Κολιός, Μπατζικώστας, Τσιαπάρας, Μαργαρίτης, Τσιβίκης, Σαμαράς, Τσαλέρας, Ζαμάνης κ.α.]

Μας περιγράφει γλαφυρά και  βήμα προς βήμα όλη τη διαδρομή  και όλες τις δυσκολίες και τις περιπέτειες του καραβανιού. Ξεκίνησαν, γράφει, από τα Γρεβενιώτικα βουνά στα τέλη του 1820  κάτω από την πίεση του Αλή πασά, πέρασαν από το Βέρμιο και κατέληξαν στα Πορόϊα Σερρών, όπου παρέμειναν εκεί για 3 χρόνια. Κατόπιν αποφάσισαν να μετακινηθούν στο Λαϊλιά Σερρών. Εκεί έμειναν περίπου 8 χρόνια. Καθόλη αυτήν την διάρκεια είχαν σαν χειμαδιά τον κάμπο των Σερρών και το Σαρί Σαμπά Χρυσούπολης Καβάλας. Λόγω του ανεπτυγμένου εμπορίου στην Ανατολική Μακεδονία κατάφεραν να πολλαπλασιάσουν το βιός τους, το τσελιγκάτο να γίνει περισσότερο ευέλικτο και οι κεχαγιάδες με τις φαμίλιες να αποκτήσουν τη δική τους; διαχειριστική οικονομία. Ωστόσο, ακόμα ήταν κάτω από την ομπρέλα προστασίας του αρχηγού Γιώργη Μπαντραλέξη, ενός ικανού και δραστήριου άντρα.

Ήταν ανήσυχοι, όμως, συνεχίζει ο συγγραφέας, και ήθελαν να επιστρέψουν προς τη κεντρική Μακεδονία. Έτσι αποφάσισαν να κατευθυνθούν προς την Κασσάνδρα Χαλικιδικής το 1830. Βέβαια  αρκετές οικογένειες από αυτούς παρέμειναν στον Λαϊλιά όπως και στα Πορόϊα, γιαυτό ακόμα υπάρχουν ονόματα στις Σέρρες που μοιάζουν με αυτά του Κάτω Βερμίου (π.χ. Βέρρος). Πρέπει να σημειωθεί ότι μια μεγάλη οικογένεια, που παρέμεινε στον Λαϊλιά ήταν αυτή του Πανταζού (αρχιτσέλιγκας Πανταζός), η οποία μετά παραχειμώνιαζε στο Βαλτοχώρι  Θεσσαλονίκης, αγόρασε εκεί τσιφλίκι και ανέπτυξε σπουδαία κτηνοτροφική και εμπορική δραστηριότητα μέχρι και τη Θεσσαλονίκη. Οι άλλες μεγάλες οικογένειες, του Βέρρου και του Γκιζάρη ναι μεν πήγαν στην Κασσάνδρα, αλλά κρατούσαν αποστάσεις από τον αρχηγό Μπαντραλέξη. Συγκεκριμένα, ο Βέρρος πήγε μετά στο Χορτιάτη Θεσσαλονίκης και το 1915 ανέβηκε στο Βέρμιο στη θέση ‘Ασούρμπασι’, ενώ ο Γκιζάρης δεν πήγε αλλού, όμως αυτονομήθηκε και  όταν πήγαν όλοι μαζί στο Βέρμιο έκανε μόνος του τα καλύβια του στη θέση που σήμερα ονομάζουμε ‘Κρουάπα του Γκιζάρη’ στο Σέλι.

Έτσι, μετά την παραμονή των δυο χρόνων στη Χαλκιδική, μετά από σχετικές ενέργειες (εκμίσθωση των βουνών του Βερμίου από τον Σουλεϊμάν πασά της Βέροιας)   το 1832  πήραν το δρόμο του γυρισμού για το Βέρμιο. Εκεί διαχωρίστηκαν σε τρεις τοποθεσίες: Στο μέρος που είναι τώρα το χωριό (από το μεσοχώρι μέχρι τη θέση Αλώνι, όπου στήθηκαν τα καλύβια του Μπαντραλέξη-μαχαλάς Ναπάρτη). Ένα άλλο μικρότερο μέρος παρέμεινε στη τοποθεσία Αγελαδόσταλος κοντά στη Ντόλιανη (Κουμαριά) και το τρίτο μέρος αποτραβήχθηκε στη τοποθεσία Μαρούσια (κατόπιν αυτοί -1878- ανηφόρισαν στο Κάτω Βέρμιο  και δημιούργησαν τον δεύτερο μαχαλά, την Μαρούσια). Αυτά έγιναν σύμφωνα με την έρευνα του Α. Τζίμα που αναφέραμε προηγουμένως.


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑