Άποψη - Γνώμη

Published on March 16th, 2023 | by fileto

0

Ο Αλέκος που με όρισε

Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης

Όταν έφθασα για πρώτη φορά στην Κομοτηνή τον Σεπτέμβριο του 1986 παρατήρησα ότι στο εστιατόριο «Κληματαριά» της Νικολάου Ζωίδου όπου γευματίζαμε κάθε μεσημέρι  ήταν εκτεθειμένες προς ανάγνωση οι τέσσερις  εφημερίδες της Ροδόπης: Η «Πατρίδα» του Κώστα Τσέτλακα, «το Ελεύθερο Βήμα» της Μαρίας Τουτζιαρίδου Μελκονιάν, η «Πρωινή» της Ελένης Αντωνιάδου και ο «Χρόνος» του Αλέξανδρου Φανφάνη.

Όλες ήταν αξιόλογες και μαχητικές αλλά ο «Χρόνος» που κυκλοφορούσε τότε μονόφυλλος στο μεγάλο σχήμα μου τράβηξε την προσοχή. Μου άρεσε η συνοπτικότης του και η δυναμικότης του. Γρήγορα βρέθηκα στο γραφείο της οδού Καβείρων που  έμελλε τα επόμενα χρόνια να αποτελέσει το δεύτερο σπίτι μου.

Ζήτησα από τον Αλέκο να αρθρογραφώ και εκείνος δέχθηκε ευχαρίστως. Ήταν η αρχή μιας μεγάλης φιλίας που διήρκεσε ως το τέλος του. Τελευταία φορά μιλήσαμε στην εορτή του τον Αύγουστο, πάντα καμάρωνε στο καφενείο ότι δεν τον ξεχνώ. Μαζί με την ρεπόρτερ Μελαχροινή που σάρωνε τότε την Κομοτηνή με το «σουζούκι» της, τον τυπογράφο Χασάν και τον διανομέα Ισμαήλ καθώς και δεκάδες φίλους που γνώρισα εκεί πίνοντας σαλέπι με τον Αλέκο (τον  ιστορικό Αντώνη Λιάπη, τον οδοντογιατρό Άκη Παπαναστασίου, τον αείμνηστο ληξίαρχο της πόλης Αθανάσιο Ι. Αθανασιάδη, τον Γιώργο Καρανίκα με τις «Ματιές» του και τόσους άλλους) γράφαμε μαζί κάθε μέρα  όλοι  μαζί την ιστορία της πόλης.

Ο Αλέκος αεικίνητος μεταξύ τηλεφώνου, χειρογράφων και του παραδοσιακού λινοτυπικού  τσίγκου όπου τοποθετείτο η πρώτη σελίδα με τα  κείμενα σειρά-σειρά έδινε ρεσιτάλ. Μόλις τελείωνε το μάθημα στην Νομική, οι φίλοι μου έσπευδαν τότε στο «Χάνι» που είχε ωραίο ντουντουρμά, αλλά εγώ πήγαινα  κατευθείαν στον Αλέκο και την Μελαχροινή μέχρι το τύπωμα. Έφευγα μόνο για να αγοράσω εφημερίδες από το περίπτερο στον Πλάτανο, οι οποίες τότε έφθαναν στις 2:30 μμ. Πολλές φορές διάβαζα εγώ το μέταλλο πάνω στον τσίγκο  τα κείμενα με τα γράμματα και έκανα τις διορθώσεις παρέα με τον Χασάν. Γινόμουν κατάμαυρος από το μελάνι αλλά μου άρεσε. Μερικές φορές παραλάμβανα τις μικρές αγγελίες. Άλλες φορές ανακάλυπτα ωραία κείμενα σε άλλες επαρχιακές εφημερίδες.

Ήταν μια ολόκληρη εποχή αυτή τότε για τον ακμάζοντα παντοδύναμο με επιρροή περιφερειακό τύπο. Η σχέση μας έγινε με τα χρόνια και οικογενειακή. Ο Αλέκος και η Μελαχροινή με καλούσαν στο σπίτι τους στην οδό Μαρωνείας, καθώς έμενα δίπλα πάνω από την PIZZA ROMA (ακόμη θυμάμαι τον Σταύρο πιτσιρικά σχεδόν μωρό και χαίρομαι για την εξέλιξή του) καθώς και στο τότε εξοχικό τους στις Καγκέλες στην Μαρώνεια.

Ο Φανφάνης που γνώρισα και διατήρησα την σχέση μου ζωντανή μαζί του μέχρι τέλους ήταν ένας από τους μετρημένους στα δάκτυλα ανθρώπους στους οποίους οφείλω ότι έγινα στην ζωή μου. Με διαμόρφωσε ως δημοσιογράφο. Δεν χρειαζόταν στην ηλικία που ήμουν να κάνει και πολλά. Μόνο να τον  παρατηρώ χρειαζόταν. Μεγάλο σχολείο. Συγκρούστηκε ανηλεώς εκείνη την δεκαετία με την κομματοκρατία, την διαφθορά, με το Προξενείο και  τους ανθρώπους του, και με τους «τουρκοδίαιτους». Ήταν μεγάλος πατριώτης.

Όταν εξοργιζόταν έγραφε στα «Μικροκομοτηναίικα», την στήλη που διάβαζαν όλοι κάθε βράδυ μετά τις 7 που κυκλοφορούσε η εφημερίδα ότι δεν έχουν θέση σε αυτό τον τόπο «τα παρτάλια, τα καρτάλια και τα μποκλούκια». Και παρά τις δεκάδες μηνύσεις που είχε δεχθεί εναντίον του τότε από στελέχη κόμματος, δεν το ξεχνώ ποτέ, δεν προσκύνησε κανέναν και τους νίκησε όλους. Γι’ αυτό με όρισε. Έμαθα δίπλα του πως να κάνω ρήξη με δικαιοσύνη. Αγαπώ τόσο πολύ τον «Χρόνο» του Αλέξανδρου Φανφάνη που όχι μόνο διατηρώ στο αρχείο μου όλα τα φύλλα της εποχής με τα κείμενα μου με την ιδιότητα του «φοιτητή Νομικής», αλλά πάντα αναφέρω στο βιογραφικό μου ότι ξεκίνησα την καριέρα μου από εκεί.

Από την Κομοτηνή. Από τον Αλέκο, από τον «Χρόνο». Και κάθε φορά που γράφω γι’ αυτό δακρύζω.  Όπως τώρα. Ο Αλέκος μας θα συνεχίσει από εκεί ψηλά που είναι τις βόλτες του με το πορτοκαλί ΙΧ ponny με το οποίο κάναμε τις τσάρκες μας στην Καρυδιά τον χειμώνα και στους Προσκυνητές και στην Μαρώνεια, στον Στράτο» το καλοκαίρι. Κάποια στιγμή θα ανταμώσουμε και πάλι για να κάνουμε τα δικά μας. Τόσο στις θυγατέρες του όσο και στους υιούς του μα και στην αγαπημένη Μελαχροινή τα θερμά συλλυπητήρια μου. Να είναι υπερήφανοι. Έζησαν δίπλα σε έναν σπουδαίο άνθρωπο που τους αφήνει κληρονομιά μεγάλη το όνομά του.


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑